Sunday, November 16, 2008




Αναχώρηση

Μια βαλίτσα στην σκάλα
Κι όλα μας τα μαζί
Βιαστικά διπλωμένα

Γυρισμένη η πλάτη
Δίπλα στο σκαλοπάτι
Τα μαλλιά μαζεμένα


Σαν χειρουργείο
Με τα μάτια ορθάνοιχτα
Κι άλλο αντίο
Λίγο πριν τα μεσάνυχτα

Σαν διαρροή
Με κλεισμένο παράθυρο
Ότι αγαπώ
Θα με αφήνει ανάπηρο


Ενα μαύρο παλτό
Στο παλιό πορτ μαντο
Στην Ερμού το χες πάρει

Πόρτα, βήματα, πόρτα
Δεν θα σε σταματήσω
Θα χεις πια ξεπαρκάρει

Μένουν πίσω οι απόπειρες
Σ αγκαλιές μόνο πρόχειρες
Πάντα θα καταλήγω

Σαν αιώνιος αυτόχειρας
Που ποτέ δεν κατάφερα
Γι άλλα μέρη να φύγω

© Ι. K. Sourlouloudi 1.4.2008
(Γραμμένο για το σεμινάριο στιχουργικής του Μικρού Πολυτεχνείου)
Η φωτο ειναι του Στράτου Σαφιολέα

Thursday, September 11, 2008




Παλιό καλοκαίρι

Διέκοπτε την ησυχία, τη μουσική, τη ρέμβη, τη νυχτερινή αύρα, το μισοσκόταδο,

Aκύρωνε τα σχέδια, τους προορισμούς των ταξιδιών, τα χρώματα, τα τοπία, τους πιθανούς εραστές...

Πως μπορεί να είναι τόσο παρεμβατική μιά απουσία;

Κι αυτή;

Υπήρξε τελικά ή ήταν όνειρο;

Μοιράστηκε την έντασή της σε μιά αφήγηση ή την φύλαξε για τον εαυτό του;


© Ι.Κ. Sourlouloudi

Ζαχάρω 12.8.2004

Sunday, May 18, 2008




Σαγιονάρες
Στη σιωπή της κλεισμένη
Η μάνα δίπλα στο παράθυρο
Κι κόρη στο πάτωμα πεσμένη
Οσο ασαφές τόσο ξεκάθαρο

Το υπνοδωμάτιο, μες την εντέλεια
Κι όλα εκεί μέσα, πάντα σε τάξη
Μα όλου του κόσμου μαζί η συντέλεια
Στο πρόσωπό της έχει κουρνιάσει


Στο τραπεζάκι, παλιά κορνίζα
Oι δύο γονείς, στη μέση εκείνη
Χωρίς να θέλουνε, μάρτυρες γίνανε
Στο τελευταίο της ταξίδι

Στο ντουλάπι πλάι στο νιπτήρα
Με το πορτάκι το καθρεφτένιο
Μόνο στολίδι, το ξυραφάκι
Ακόμα υγρό και ματωμένο

Και στο πατάκι, πλάϊ στη μπανιέρα
Τις σαγιονάρες της, να τις αφήσουνε
Κι ας μη προλάβανε σ’ αυτού του κόσμου
Τις ομορφιές να την βαδίσουνε
© Ι.Κ. Sourlouloudi 2.4.2008

Monday, May 12, 2008



Ο Δάσκαλος γυρισε

Γύρισε πίσω από ταξίδι μεγάλο

Τον είδα και σκέφτηκα:



"Που περπάτησε;

Ποιόν αντίκρισε;

Που γονάτισε;

Τι αφουγκράστηκε;"



Γύρισε πίσω με γαλήνια την όψη

Τον είδα και ρώτησα:



"Τι στοχάστηκε;

που ξεκουράστηκε;

Που βυθίστηκε;

Τι συλλογίστηκε;"



Γύρισε πίσω με την Αύρα να φέγγει.

Τον κοίταξα και αναρωτήθηκα:



"Που πλανήθηκε;

Που κοιμήθηκε;

Που φωτίστηκε;

Που ξαναγεννήθηκε?"



Γύρισε πίσω και με κοίταξε ήσυχα

Ήρθε κοντά και μου ψιθύρισε:



"Μην παιδεύεσαι

Μην ξοδεύεσαι

Αφέσου και δεν θα χάσεις

Αφέσου και θα με φτάσεις"


© Ι.Κ. Sourlouloudi 2008













Sunday, January 20, 2008


Aκαριαίο

Τράκαρα!

Για τα καλά.

Με τριαξονικό μεγάλο όχημα.

Από αυτά που είναι φτιαγμένα για μεγάλες αποστάσεις και δρόμους που λίγοι μπορούν να διανύσουν.

Πάνω έγραφε «Προσοχή, Μην αγγίζετε, Εύφλεκτα υλικά, Κίνδυνος μεγάλης έκρηξης, Πιθανές ζημιές ανυπολόγιστες».

Η φλόγα υψώθηκε στα ουράνια.

Μα το όχημά μου ήταν από φθαρμένη λαμαρίνα και δεν άντεξε.

Την ώρα που οι πυροσβέστες προσπάθησαν να σβήσουν την φωτιά, οι αντλίες έπαψαν να λειτουργούν.

«Ακαριαίος ο έρωτας» έγραψαν στην νεκροψία.

Και μου το χε πει ο ασφαλιστής μου: «Μικτή ασφάλεια; Ξεχάστε το!

Δεν ασφαλίζουμε μοντέλα του 60 πια....»

© Ι.Κ. Sourlouloudi 7.4.2004




Είχε χαθεί χρόνια πολλά. Δυστυχώς όχι στον Ερύμανθο.

Στη «ματαιότητα των συναναστροφών»

Κι όταν η καταιγίδα της αγάπης άρχισε να πέφτει

Κρύφτηκε κάτω απ’ το υπόστεγο

Και μόνο τα χέρια τόλμησε διστακτικά να τεντώσει

επιτρέποντας στη βροχή

να ραντίσει απαλά

μόνο τις άκρες των δακτύλων της

και αμέσως τα τράβηξε

και ξαφνιάστηκε σαν είδε που βάφτηκαν ασημόσκονη

Υστερα τα έφερε μπροστά στα μάτια

Και την ώρα που φωτίστηκε το πρόσωπό της

Έπαψε να έχει σώμα, όνομα

ηλικία και μνήμες

κι ένιωσε πως ήταν πάλι βρέφος που μάθαινε να συλλαβίζει

Και τότε

με ένα ανεπαίσθητο πετάρισμα των βλεφάρων

ευχαρίστησε το μάγο

που την άγγιξε με το ραβδί του

και την τίμησε με το μεγαλείο της Αγάπης του

και της Αποκάλυψης του πιο κρυφού εαυτού του

Sοurlouloudi


Στον αγαπημένο μου φίλο Γ.Μ. για την αγάπη με

την οποίαν με τίμησε και με τιμάει τόσα χρόνια